ΒΙΒΛΙΟ-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Κριτική βιβλίου & συνέντευξη: Η ζωγράφος, Άνδρεα Αρβανιτίδου

Η Άνδρεα Αρβανιτίδου στο νέο της βιβλίο Η ζωγράφος θυμίζει πολύ τις πετυχημένες και γνωστές σε όλους μας σύγχρονες Ελληνίδες συγγραφείς. Κι αυτό σημαίνει ότι αφενός η πένα της είναι ώριμη και το ύφος της γραφής της πολύ καλό και αφετέρου ότι πρόκειται για ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο το οποίο μπορεί να διαβαστεί ευχάριστα από όλους.

Εγώ προσωπικά είχα πολύ καιρό να πιάσω στα χέρια μου ένα μυθιστόρημα και να μη θέλω να το αφήσω, να ολοκληρώσω την ανάγνωσή του μέσα σε μόλις δύο μέρες και να μην κουραστώ καθόλου. Αυτό, φυσικά, οφείλεται στη στρωτή γραφή της συγγραφέως και στην ιδιαίτερη πλοκή που σκαρφίστηκε, η οποία σε κάνει να θέλεις να διαβάσεις τη συνέχεια για να μάθεις τι ακριβώς συμβαίνει στην Άννα, την ηρωίδα, η οποία γεννιέται με ένα χάρισμα στη ζωγραφική το οποίο θα την κάνει να χάνεται κυριολεκτικά και μεταφορικά μέσα στους καμβάδες της και να μεταφέρεται σε τοπία που δεν έχει αντικρίσει ποτέ της, τουλάχιστον σε αυτήν τη ζωή. Όταν επιστρέφει στην πραγματικότητα, έχει κενά μνήμης, αλλά από ένα σημείο και έπειτα θα αρχίσει να ενώνει τα κομμάτια του παζλ, αφού παρελθόν και μέλλον θα συναντηθούν στο παρόν.

Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα έχει χαρακτηριστεί αισθηματικό μυστηρίου, αλλά οπωσδήποτε πρέπει να αναγνωριστεί ότι εμπεριέχει και στοιχεία τρόμου, φαντασίας, εγκλήματος και μεταφυσικού, χωρίς βεβαίως να γίνεται τρομακτικό. Επίσης, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και κοινωνικό με κάποια στοιχεία ιστορίας, καθώς δίνονται πληροφορίες και το πλαίσιο του γαλλικού τρόπου ζωής τον 19ο αιώνα.

Η ζωγράφος μάς ταξιδεύει από την παιδική της ηλικία και τα πρώτα της ξεχωριστά σκίτσα στην Ελλάδα, στη φοιτητική της ζωή στη σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού, όπου εκεί, ζώντας το όνειρό της χάρη στη βοήθεια της σπάνιας δασκάλας της, θα συναντήσει και τον πρώτο της έρωτα, ο οποίος παρόλο που είναι αρκετά φλογερός, έχει κάποια σκοτεινά σημεία. Την αγαπάει πραγματικά ο Πιερ ή θέλει να την εκμεταλλευτεί και μόλις πάρει αυτό που θέλει, θα την παρατήσει στα κρύα του λουτρού;

Επίσης, η ζωγράφος μάς ταξιδεύει σε έναν πύργο με ιστορία από το 1800, στο οποίο θα εργαστεί κάνοντας τοιχογραφίες. Μήπως αυτό το κάστρο είναι στοιχειωμένο; Μήπως τα άτομα που έζησαν στο παρελθόν εκεί συνδέονται με την ίδια και το περίεργο χάρισμα που έχει; Κινδυνεύει; Πρέπει να απομακρυνθεί από εκεί το συντομότερο δυνατόν ή πρέπει να βουτήξει στο παρελθόν; Θα φανεί θαρραλέα η Άννα ή θα δειλιάσει μπροστά σε όσα πρωτοφανή και ανεξήγητα συμβούν; Σε τι μονοπάτια οδηγεί το μίσος και η εκδίκηση; Η δικαίωση έρχεται; Αν ναι, πώς; Μήπως η αγάπη, τελικά, είναι το μυστικό της ευτυχίας και της γαλήνης;

Το μόνο σίγουρο είναι πως ο αναγνώστης ζει τα πάντα μαζί με την Άννα, αφού η συγγραφέας καταφέρνει να τον βάλει μέσα στην ιστορία της πολύ αβίαστα, χωρίς καν να χρησιμοποιεί πρωτοπρόσωπη αφήγηση αλλά τριτοπρόσωπη. Τα φώτα του Παρισιού που αντανακλώνται στο παράθυρο του διαμερίσματος της Άννας, το παιδικό της δωμάτιο, η επιβλητική έπαυλη των ντε Γκωλ, τα χρώματα και το άρωμα της μπογιάς από τα σωληνάρια είναι μόνο μερικές από τις εικόνες που θα δει και τα αρώματα που θα μυρίσει. Ένα όνειρο που έχει αντίπαλό του τον βιοπορισμό, μια φιλία που δοκιμάζεται, ένας έρωτας που βιάζει την ψυχή, ένας άλλος έρωτας που λήγει άδοξα και παράδοξα, ένας άλλος έρωτας που γεννιέται δειλά δειλά, ένας άλλος έρωτας που είναι εκ φύσεως αδύνατον να διαρκέσει και ένας σκοτεινός κίνδυνος που ελλοχεύει είναι μόνο μερικά από όσα θα βιώσει μαζί με την Άννα…

*Μου άρεσε πολύ που το κάθε κεφάλαιο είχε και από έναν τίτλο και δεν ήταν απλά αριθμημένο.

*Μου άρεσαν πολύ οι τέσσερις έγχρωμες εικόνες που υπάρχουν μέσα στο βιβλίο, κάτι σπάνιο για τα μυθιστορήματα, όπως και η ζωγραφιά του εξώφυλλου και του οπισθόφυλλου.

Απόσπασμα:

Το ατελιέ της Άννας στο Παρίσι ήταν ακατάστατο. Στο πάτωμα βρίσκονταν πεταμένα πινέλα, τα σωληνάρια ήταν ανοιχτά και τα χρώματα είχαν λερώσει το χαλί. Στο καβαλέτο ήταν στηριγμένος ένας ολόλευκος καμβάς. Η Άννα, όμως, δεν ήταν πουθενά. Κανένα ίχνος της… Η ατμόσφαιρα είχε μια περίεργη ενέργεια που κάλυπτε όλο τον χώρο.

Το δωμάτιο έμοιαζε εγκαταλελειμμένο, δεν υπήρχε ίχνος ζωής, μόνο αυτή η έντονη μυρωδιά της μπογιάς. Ο ήλιος έμπαινε από το ανοιχτό παράθυρό, ήταν το μόνο που δήλωνε ότι η Άννα ήταν εκεί πριν λίγο. Ήταν το μόνο σημάδι ότι κάτι περίεργο συνέβαινε, κάτι που ούτε η λογική δεν μπορούσε να εξηγήσει.

Η Νάντια δεν ήξερε τι να υποθέσει και πού να την ψάξει. Το δωμάτιο ήταν άδειο, αλλά έμοιαζε σαν κάποιος να βρισκόταν ακόμα εκεί. Ανατρίχιασε με αυτό το αίσθημα, ένα κρύο αεράκι διαπέρασε το κορμί της. Από το παράθυρο έμπαινε παγωμένος αέρας. Πήγε να το κλείσει και έμεινε για λίγα λεπτά να κοιτάει τον λευκό καμβά.

«Μα πού να πήγε αυτό το κορίτσι πάλι; Θα με πεθάνει από την αγωνία!»

Μιλούσε μόνη της. Αποφάσισε να πάει έξω να την ψάξει, σε μέρη που ήξερε ότι μπορούσε να τη βρει.

Πέντε η ώρα το απόγευμα και η Άννα ήταν κουλουριασμένη στο πάτωμα. Άνοιξε τα μάτια της, ήταν και πάλι στο ατελιέ. Το κεφάλι της ήταν ζαλισμένο, αισθανόταν περίεργα, δεν ήξερε αν κοιμόταν ή αν όλα αυτά ήταν απλώς στη φαντασία της. Σηκώθηκε και πήγε στο μπάνιο. Έπρεπε επειγόντως να μπει κάτω από το ντους, έπρεπε να ξυπνήσει και να καταλάβει τι γινόταν μεσά στο μυαλό της.
Μόλις βγήκε, έτρεξε να δει τι ώρα ήταν. Τα έχασε όταν διαπίστωσε ότι ήταν απόγευμα και ότι για άλλη μια φορά έχασε το μάθημα. Δεν ήξερε τι έγινε, είχε ένα κενό μνήμης. Δε θυμόταν τίποτα, ήταν όλα θολά στο κεφάλι της. Έπιασε το κινητό στα χέρια της και με έκπληξη είδε ότι ήταν κλειστό. Η Άννα δεν έκλεινε ποτέ και για κανέναν λόγο το τηλέφωνό της.

«Μάλλον τελείωσε η μπαταριά», σκέφτηκε φωναχτά.

Μόλις το άνοιξε, προς έκπληξή της, είδε ότι η μπαταρία ήταν γεμάτη.

«Μα τι στο διάολο έγινε εδώ, γιατί δεν θυμάμαι τίποτα;»

Είδε τις αμέτρητες αναπάντητες από τη Νάντια και την πήρε αμέσως τηλέφωνο.

«Έλα, φιλενάδα, με πήρες τηλέφωνο;»

«Πού είσαι, Άννα; Σε ψάχνω από το μεσημέρι».

«Στο σπίτι είμαι, δεν βγήκα καθόλου. Μάλλον με πήρε ο ύπνος».

«Θέλεις να με τρελάνεις; Το μεσημέρι ήμουν εκεί και δεν σε είδα πουθενά. Με κοροϊδεύεις;»

«Ηρέμησε, σου λέω την αλήθεια. Εχθές το βράδυ έμεινα στο ατελιέ για να σχεδιάσω έναν πίνακα και μάλλον με πήρε ο ύπνος».

Η Νάντια είχε θυμώσει, γιατί να της πει ψέματα, πάντα ήταν ειλικρινής μαζί της.

«Ήρθα και βρήκα την πόρτα ανοιχτή και σε έψαξα παντού! Γατί λες ψέματα; Αν δε θέλεις να μου πεις, θα το δεχτώ, αλλά μη με κοροϊδεύεις, σε παρακαλώ. Τρόμαξα τόσο πολύ που δε σε έβρισκα πουθενά».

«Ήμουν στο ατελιέ, σ’ το ορκίζομαι», φώναξε θυμωμένα και της έκλεισε το τηλέφωνο.

Συνέντευξη:

– Άνδρεα Αρβανιτίδου, πώς γεννήθηκε η ιδέα της “Ζωγράφου”;

– Η Ζωγράφος σαν ιδέα ήρθε το καλοκαίρι του 2021 βλέποντας έναν πίνακα μιας φίλης. Είχε ζωγραφίσει μια σπανιόλα. Γι’ αυτό το βιβλίο είναι αφιερωμένο σε αυτό το πρόσωπο. Μόλις αντίκρισα τον πίνακα, οι σκέψεις άρχισαν να έρχονται στο μυαλό μου και ήθελα πολύ να ξεκινήσω αυτό το καινούργιο ταξίδι.

– Πόσος καιρός χρειάστηκε για την ολοκλήρωση της συγγραφής του συγκεκριμένου βιβλίου;

– Λιγότερο από έναν χρόνο με τα διαλείμματα. Ήταν ένα ταξίδι που δεν ήξερα ούτε στην επόμενη παράγραφο πού θα με πάει.

– Η ηρωίδα σου λέγεται Άννα. Άννα λεγόταν και στο προηγούμενο βιβλίο σου. Πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο, για απλή συνωνυμία ή υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος που συναντάμε ξανά το ίδιο όνομα;

– Όπως έχω αναφερθεί ξανά σε συνέντευξη και στην παρουσίαση, για μένα αυτό το όνομα σημαίνει πολλά. Σε όλα τα βιβλία η ηρωίδα μου θα έχει αυτό το όνομα. Είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω για το παιδί που έχασα στα 33 μου. Είχα υποσχεθεί στην αγαπημένη γιαγιά, αν είναι κορίτσι, ότι θα πάρει το όνομά της. Και τώρα, επειδή έχω το θέμα της ασθενείας, ο κύκλος μητρότητας έκλεισε, κι έτσι έχω τα πνευματικά παιδιά. Εκεί πάντα θα υπάρχει αυτό το όνομα. Δεν είναι ο ίδιος χαρακτήρας με το προηγούμενο βιβλίο καθόλου.

– Η Ζωγράφος είναι ένα αισθηματικό, κοινωνικό, μυστηρίου, εγκλήματος και μεταφυσικού περιεχομένου έργο. Ήταν εύκολη υπόθεση το πάντρεμα όλων αυτών των ειδών;

– Δεν μπορώ να απαντήσω ειλικρινά σε αυτό, δεν πίστευα ότι μπορώ να τα καταφέρω. Είναι ένα βιβλίο που η ιστορία και οι χαρακτήρες με πήγαιναν μόνοι τους. Όταν άνοιγα τον υπολογιστή, δεν ήξερα ποτέ τη συνέχεια. Η μία λέξη διαδεχόταν την άλλη και το χέρι πήγαινε μόνο. Λες και έπρεπε να γραφτεί. Χαίρομαι αν κατάφερα να συνδυάσω όλα αυτά. Εγώ ακόμα και τώρα δεν είχα σκεφτεί ότι μέσα στο βιβλίο υπάρχουν τόσα είδη.

– Στο νέο σου βιβλίο συναντάμε έντονα το μεταφυσικό στοιχείο. Πιστεύεις σε αυτό ή θεωρείς ότι είναι κάτι εντελώς μυθοπλαστικό;

– Μου αρέσει το μεταφυσικό γενικά. Εννοείται ότι πιστεύω. Είχα κάποιες εμπειρίες στη ζωή μου. Όλα μπορούν να γίνουν στη ζωή. Δεν έχουν όλα εξήγηση.

– Η δασκάλα της Άννας εμφανίζεται ιδιαίτερα υποστηρικτική, αφού από την παιδική της ηλικία έως και την ενηλικίωσή της τη βοηθάει έμπρακτα ώστε να ακολουθήσει το όνειρό της, που είναι η ζωγραφική. Θεωρείς ότι συναντάμε συχνά τέτοιους ανθρώπους στην πραγματική ζωή;

– Ναι, συναντάμε, αρκεί να είμαστε ανοιχτοί. Αυτό για μένα είναι κάτι ρεαλιστικό. Μου έχει τύχει να βρεθούν άτομα που με βοήθησαν να πάω παρακάτω. Αν έχεις αγνή ψυχή, όλα έρχονται. Μέσα στα βιβλία και τη μυθοπλασία υπάρχει και μια δόση αλήθειας.

– Στο βιβλίο σου, μεταξύ πολλών άλλων, θίγεις το ζήτημα του βιοπορισμού μέσω της τέχνης. Τι θέση διακρίνεις ότι έχει η τέχνη στη ζωή μας; Ένας καλλιτέχνης μπορεί να ζήσει μόνο από τις δημιουργίες του (πίνακες ζωγραφικής, φωτογραφίες, τραγούδια, βιβλία κ.ά.); Αν όχι, θα έπρεπε ή είναι κάτι που πρέπει να το προσφέρει αφιλοκερδώς;

– Το θίγω σαν προβληματισμό, αλλά αν κάποιος διαβάσει το βιβλίο, θα δει ότι και η ηρωίδα δούλευε σε άλλη δουλειά για να μπορεί να συνεχιστεί το όνειρό της. Εγώ πιστεύω ότι αν αγαπάς κάτι, αν έχεις υπομονή, μπορείς να πετύχεις πολλά. Τίποτα δεν πρέπει να γίνεται αφιλοκερδώς. Σε κάθε τέχνη ο καλλιτέχνης δίνει ψυχή. Δε γίνεται για την ψυχή της μητέρας του όλο αυτό. Η τέχνη, γενικά, θα έπρεπε να έχει καλύτερη μεταχείριση από επαγγελματικής πλευράς.

– Πώς βλέπεις το τοπίο του βιβλίου στις μέρες μας;

– Εγώ σαν άνθρωπος είμαι αισιόδοξος, άρα πιστεύω ότι ό,τι αξίζει θα μείνει. Το βιβλίο για μένα είναι διαχρονικό. Τίποτα δε συγκρίνεται με ένα έντυπο έργο.

– Ποια είναι τα μελλοντικά συγγραφικά σου σχέδια;

– Τώρα απολαμβάνω το ταξίδι της Ζωγράφου. Θέλω να κάνω κάποιες περιοδείες σε άλλες πόλεις για να με μάθει ο κόσμος. Ήδη κανονίζεται η παρουσίαση στη Θεσσαλονίκη. Συγγραφικά τελειώνω το επόμενο βιβλίο που θα εκδοθεί το 2025 και θα είναι κοινωνικό-αισθηματικό -είναι η ταυτότητά μου αυτή-, το οποίο θα έχει σχεδόν όλο το φάσμα των σχέσεων.

– Αν σου έλεγα ότι η ευχή που θα κάνεις τώρα θα πραγματοποιηθεί, ποια θα ήταν αυτή;

– Να μην υποφέρει κανείς από ασθένειες.

*Πρώτη δημοσίευση της κριτικής του βιβλίου στο μπλογκ των εκδόσεων Γλαύκα.

*Πρώτη δημοσίευση της συνέντευξης στη λογοτεχνική σελίδα GTpoetry & prose στο Facebook.


Γιώργος Τσιβελέκος
Αρθρογράφος
Επιμελητής βιβλίων, Λογοτέχνης

Διαβάστε περισσότερα για τον Γιώργο Τσιβελέκο εδώ.