To «σύμπτωμα» του παιδιού ως μέσο επίλυσης οικογενειακών συγκρούσεων
Σύμφωνα με τη συστημική θεωρία, φαίνεται ότι η αρχική αντίληψη για τον διπλό δεσμό ανάμεσα σε μητέρα και παιδί, αντικαθίσταται από μία τριμερή αλληλεπίδραση ανάμεσα στο παιδί και τους δύο γονείς από τους οποίους πολλές φορές εισπράττει αντιφατικά μηνύματα. Έτσι, είναι πιθανό το παιδί, το οποίο δεν αντέχει να γίνεται το μπαλάκι ανάμεσα στις αντικρουόμενες επιθυμίες των γονιών του, να οδηγηθεί στην εκδήλωση κάποιας μορφής συμπτωματολογίας προκειμένου να επαναφέρει την αρχική ισορροπία μέσα στην οικογένεια. Φυσικά αυτό δεν γίνεται σε συνειδητό επίπεδο, αλλά αποτελεί αντίδραση σε όσα συμβαίνουν μέσα στο οικογενειακό πλαίσιο, η οποία οργανώνεται υποσυνείδητα σε βάθος χρόνου. Ο «αναγνωρισμένος ασθενής» όπως ονομάζεται, είναι το άτομο σε μία δυσλειτουργική οικογένεια το οποίο έχει επιλεχθεί από το σύστημα ασυνείδητα για να εκτελεί τις βαθύτερες συγκρούσεις της οικογένειας, ταράζοντας έτσι την ισορροπία του συστήματος (Goldenberg & Goldenberg, 2005)
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με έρευνες που έχουν διεξαχθεί, φαίνεται πως στις οικογένειες όπου υπάρχει ένα συμπτωματικό μέλος, συνήθως παρατηρείται ένας συνασπισμός ανάμεσα στους δύο γονείς, οι οποίοι επειδή αδυνατούν να επιλύσουν με επιτυχία τις μεταξύ τους συγκρούσεις, στρέφονται προς το παιδί μεταβιβάζοντας το πρόβλημα σε εκείνο. Αυτό τους δίνει την ευκαιρία να απαλλαγούν για λίγο από τη μεταξύ τους ένταση, ενώνοντας τις δυνάμεις τους για το υποτιθέμενο καλό του παιδιού τους. Έτσι, ξαναβρίσκουν λόγους για να κρατηθούν μαζί εφόσον έχει προκύψει μια κρίση, η οποία χρήζει άμεσης αντιμετώπισης και επομένως τα δικά τους προβλήματα μπορούν να περιμένουν για την ώρα. Όλη αυτή η συνθήκη δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι επικρατεί μια φαινομενική αρμονία ανάμεσα στο ζευγάρι, το οποίο από εκεί που απέκλινε φαίνεται να συμπλέει εκ νέου
Τα πιο συχνά συμπτώματα που αναφέρουν τα παιδιά και οι έφηβοι είναι πονοκέφαλοι, πόνοι στο στομάχι και την κοιλιά, άγχος, κόπωση, ανορεξία, βουλιμία, παχυσαρκία και πολλά άλλα. Οι γονείς τρέχουν σε γιατρούς, κάνουν τις απαραίτητες εξετάσεις και αφού έχει αποκλεισθεί οποιαδήποτε οργανική βάση των σωματικών συμπτωμάτων οδηγούνται, με σύσταση των γιατρών, σε παιδοψυχιάτρους ή ψυχοθεραπευτές.
Πολύ συχνά επομένως γονείς έρχονται σε θεραπεία με κύριο αίτημα τη θεραπεία του παιδιού τους. Γρήγορα όμως γίνεται εμφανές πως τελικά το παιδί μπορεί να λειτουργεί περισσότερο σαν το αλεξικέραυνο, το οποίο τραβά πάνω του όλη την προσοχή προκειμένου να αποτρέψει ή να συγκαλύψει τις γονικές συγκρούσεις.Οι γονείς από την άλλη αρχικά παρουσιάζονται ως υπερβολικά προστατευτικοί και φροντιστικοί με μεγάλο ζήλο να βοηθήσουν το «άρρωστο» παιδί τους. Αυτό είναι κάτι που κάνει τους γονείς να λειτουργούν σαν ομάδα.. Επομένως, μιλάμε για το σύμπτωμα της οικογένειας και όχι για το σύμπτωμα του παιδιού.
Η οικογενειακή θεραπεία φαίνεται να είναι η καταλληλότερη μέθοδος για αυτές τις περιπτώσεις όπου το σύμπτωμα του παιδιού υποθάλπει γονικές συγκρούσεις. Ο βασικός στόχος της συγκεκριμένης προσέγγισης είναι να κατορθώσει να απεμπλέξει το παιδί από αυτό το δυσλειτουργικό μοτίβο, βοηθώντας παράλληλα τους γονείς να δουν το πραγματικό πρόβλημα και να βρουν λύσεις σχετικά με αυτό διευκολύνοντας τη μεταξύ τους επικοινωνία. Η οικογενειακή θεραπεία διευκολύνει επομένως την πρόσβαση σε όλες αυτές τις πληροφορίες και φέρνει τα μέλη όλη της οικογένειας αντιμέτωπα με την πραγματική εικόνα. Τα βοηθά να συνειδητοποιήσουν όλες τις συσχετίσεις που έχουν αναδυθεί μέσω των λανθασμένων μηνυμάτων επικοινωνίας που μεταδίδει ο ένας στον άλλον, ενώ παράλληλα τα βοηθά να σπάσουν τον φαύλο κύκλο μαθαίνοντάς τους νέους, πιο εποικοδομητικούς τρόπους να επικοινωνούν.
πηγή csii.gr