Στους μήνες που έχουν προηγηθεί ζήσαμε όλοι πρωτόγνωρες και δύσκολες καταστάσεις. Οι ενήλικες μπορούμε να κατανοήσουμε και να διαχειριστούμε πιο εύκολα κάποιες τέτοιες συνθήκες, αλλά τα παιδιά είναι πιο ευάλωτα και συχνά έχουν μειωμένη ψυχική ανθεκτικότητα.
Σύμφωνα με τον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών ο φόβος για την ασθένεια, η ανασφάλεια για το μέλλον, το αίσθημα απώλειας και η διατάραξη της καθημερινότητας δημιουργούν σύγχυση και θυμό.
Ειδικά για τα παιδιά, οι μελέτες δείχνουν ότι αρκετά παρουσίασαν διαταραχές στον ύπνο τους (αυπνία, αναστροφή του ωραρίου, εφιάλτες) ή στη διατροφή τους, σύγχυση για το πώς πρέπει να διαχειριστούν την καθημερινότητά τους και μετατραυματικό στρες, που είχε επίπτωση στην καθημερινότητά τους.
Πολλά παιδιά και έφηβοι βιώνουν μέσα στην πανδημία καταθλιπτικό συναίσθημα, παραίτηση και παρουσιάζουν διαδικτυακή εξάρτηση, ενώ αυξήθηκαν τα περιστατικά της ενδοοικογενειακής βίας. Περισσότερα ευάλωτα ήταν τα παιδιά με υπερκινητικότητα, ελλειμματική διαταραχή και διατροφικές διαταραχές.
Η γενικότερη κατάσταση σε συνδυασμό με τον αρνητισμό και τα περιοριστικά μέτρα, προκαλεί άγχος, κούραση, αβεβαιότητα, απογοήτευση, ενώ έχει υποβαθμίσει την ποιότητα της ζωής μας. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη ψυχολογική δοκιμασία που έχει υποστεί ο δυτικός κόσμος από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά.
Η ζωή των παιδιών έχει αλλάξει σε πολλά επίπεδα, καθώς βιώνουν μια παρατεταμένη περίοδο κατά την οποία:
- δεν πηγαίνουν πλέον στο σχολείο
- δεν λαμβάνουν μέρος σε εξωσχολικές και αθλητικές δραστηριότητες
- δεν συναντιούνται με τους φίλους τους
- δεν έχουν τη δυνατότητα να παίξουν έξω
Οι αναπτυξιακοί ψυχολόγοι αναφέρουν ότι τα παιδιά έχουν πλέον φτάσει σε ένα σημείο καμπής, το οποίο ονομάζεται «αδιέξοδο της πανδημίας».
Τα παιδιά δυσκολεύονται να κατανοήσουν τους περιορισμούς που έχει ως επίπτωση η πανδημία και γιατί αυτοί επιβάλλονται. Επιπλέον, ειδικά για τα πιο μικρά παιδιά, η μη κανονικότητα έχει γίνει η νέα κανονικότητα. Για τα πιο μεγάλα παιδιά, η προσπάθεια προσαρμογής σε διαρκείς αλλαγές έχει επιφέρει κούραση και απογοήτευση.
Όσο οι απογοητεύσεις που προκαλούνται από την πανδημία γίνονται περισσότερες, τα παιδιά δυσκολεύονται να ακολουθήσουν και να ρυθμίζουν κάθε φορά εκ νέου τις αντιδράσεις τους.
Μπορεί η αναστολή της λειτουργίας των σχολείων να επιχειρείται να μετριαστεί με την τηλεκπαίδευση, αλλά η εναλλακτική αυτή δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη δια ζώσης εκπαίδευση, αφού ο θεσμός του σχολείου δίνει στα παιδιά τη δυνατότητα της προσωπικής επαφής με το δάσκαλο και τους συμμαθητές, την κοινωνικοποίηση, το παιχνίδι στο προαύλιο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η τηλεκπαίδευση είναι ακόμη πιο δύσκολη για τα παιδιά με αναπηρία, αναπτυξιακή καθυστέρηση ή κοινωνικές δυσκολίες.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι φυσιολογικό οι αντιδράσεις των παιδιών να είναι πιο οι έντονες, να παρατηρείται αδυναμία συγκέντρωσης, κούραση, αδιαφορία, άρνηση ή θυμός. Τα μικρότερα παιδιά είναι πιο πιθανό να έχουν εκρήξεις οργής και να ξεσπούν σε κλάματα, ενώ τα μεγαλύτερα παιδιά παρουσιάζουν μία γενική απώλεια ενδιαφέροντος.
Για να βοηθήσετε τα παιδιά σας στην καλύτερη διαχείριση της κατάστασης, είναι σημαντικό να τους μιλάτε με ειλικρίνεια, να δίνετε απαντήσεις στις ερωτήσεις τους, να τα ενθαρρύνετε να μιλήσουν για όσα νιώθουν, αλλά και να τονώσετε την ψυχική τους διάθεση με αισιόδοξα μηνύματα.