“Δεν οδηγούν τα παιδιά την πανδημία” λένε οι επιστήμονες ως προς το άνοιγμα των σχολείων τον Σεπτέμβριο
Με την πανδημία του κορωνοϊού να συνεχίζει να μαίνεται στο νότιο ημισφαίριο του πλανήτη και τα κρούσματα να αυξάνονται μέρα με τη μέρα στη χώρα μας και δεδομένου, ότι ο Σεπτέμβριος δεν είναι δα και τόσο μακριά, πολλοί είναι αυτοί που αναρωτιόμαστε τι θα γίνει με την επιστροφή των παιδιών στο σχολείο, πόσο ασφαλές θα είναι αυτό σε ένα ενδεχόμενο δεύτερο κύμα, αλλά και ποια είναι η άποψη των επιστημόνων.
Απάντηση σε όλα αυτά δίνει πρόσφατο άρθρο που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Pediatrics, το επίσημο μέσο της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας, το οποίο αναφέρεται συγκεκριμένα στο άνοιγμα των σχολείων το ερχόμενο Φθινόπωρο:
“Η νόσος του κορωνοϊού αποτελεί τη μεγαλύτερη κρίση στον τομέα της υγείας που έχουμε αντιμετωπίσει όσο ζούμε. Ένα ζήτημα που μας έχει κάνει εντύπωση στην κατάσταση αυτή είναι, ότι τα παιδιά φαίνεται να επηρεάζονται από τον SARS-CoV-2 πολύ λιγότερο συγκριτικά με τους ενήλικες και όταν μολύνονται κατά κανόνα εμφανίζουν ήπια συμπτώματα, παρόλο που έχουμε καταγράψει και περιπτώσεις ενός νέου φλεγμονώδους συνδρόμου που προσομοιάζει στο Kawasaki, το οποίο συνεχίζουμε να μελετάμε.
Σε κάθε περίπτωση, παραμένει να απαντηθεί ένα βασικό ερώτημα: Σε ποιο βαθμό είναι τα παιδιά υπεύθυνα για τη μετάδοση του SARS-CoV-2; Είναι βασικό να απαντηθεί αυτό το ερώτημα για να μπορέσουμε να πάρουμε υπεύθυνες αποφάσεις για τη δημόσια υγεία, όπως το αν είναι ασφαλές να ανοίξουν ξανά τα σχολεία ή αν θα πρέπει να κλείσουν οι κατασκηνώσεις. Μέχρι σήμερα λίγα είναι τα διαθέσιμα δεδομένα που θα μας καθοδηγήσουν σωστά σε αυτές τις αποφάσεις.”
Στο άρθρο γίνεται λόγος για περιπτώσεις παιδιών που νόσησαν στην Ελβετία, τα οποία κατά το μεγαλύτερο ποσοστό μολύνθηκαν από ενήλικες -και όχι το αντίστροφο. Για την ακρίβεια, μόνο το 8% των παιδιών που νόσησαν σε οικογένειες στην Ελβετία ήταν αυτά που “έφεραν” τον ιό στο σπίτι. Αντίστοιχα και τα δεδομένα στην Κίνα, όπου διαπιστώθηκε πως μόλις 1 στα 10 παιδιά μετέδωσαν τον ιό στους ενήλικες.
“Με αυτά τα δεδομένα, η μεταδοτικότητα του SARS-CoV-2 στα σχολεία μπορεί να είναι λιγότερο σημαντική σε επίπεδο κοινωνίας από όσο φοβόμασταν αρχικά. Αυτό μπορεί να είναι ένα ακόμα σημείο στο οποίο ο κορωνοϊός διαφέρει από τη γρίπη, η οποία έχει αναγνωριστεί ως εξαιρετικά μεταδοτική στο σχολικό περιβάλλον και έχει οδηγήσει συχνά σε κλείσιμο σχολικών τάξεων.
Οι δε επιστήμονες πιστεύουν, ότι η μετάδοση του κορωνοϊού στο σχολικό περιβάλλον είναι ένα διαχειρίσιμο πρόβλημα που ίσως να μην απαιτεί συνολικό κλείσιμο των σχολείων, ειδικά για τους μαθητές Δημοτικού. Στην άποψη αυτή έρχονται να προστεθούν μαθηματικά μοντέλα που δείχνουν, ότι το κλείσιμο των σχολείων δεν βοηθά ιδιαίτερα στην αναχαίτιση της πανδημίας, όσο βοηθούν τα γενικότερα μέτρα σωματικών αποστάσεων που εφαρμόζονται στην κοινωνία” αναφέρει το άρθρο, το οποίο καταλήγει:
“Όλα αυτά τα δεδομένα δείχνουν, ότι τα παιδιά δεν οδηγούν την πανδημία. Δεν είναι σαφές γιατί δεν έχουμε συχνά μαρτυρίες μετάδοσης SARS-CoV-2 από παιδιά σε άλλα παιδιά ή ενήλικες. Όμως επειδή στα παιδιά τα συμπτώματα είναι πιο ελαφρά, μπορεί τα παιδιά να βήχουν λιγότερο και ως αποτέλεσμα να διασπείρουν λιγότερα σωματίδια στο περιβάλλον, άρα και σε άλλα άτομα.
Περίπου 6 μήνες μέσα στην πανδημία, η εμπειρία και τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί δείχνουν, ότι τα παιδιά και ιδιαίτερα αυτά της σχολικής ηλικίας είναι πολύ λιγότερο υπεύθυνα για τη μετάδοση του SARS-CoV-2 από τους ενήλικες. Έτσι, πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψιν στρατηγικές που επιτρέπουν στα σχολεία να παραμείνουν ανοιχτά, ακόμα και σε περίοδο έξαρσης συμπτωμάτων κορωνοϊού. Με τον τρόπο αυτό, θα μειώσουμε τα πιθανά σοβαρά κοινωνικά, αναπτυξιακά και υγειονομικά κόστη που τα παιδιά μας θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν, μέχρι να βρεθεί και να διανεμηθεί ένα αποτελεσματικό εμβόλιο ή θεραπεία ή μέχρι, ερήμην αυτών, να αναπτύξουμε ανοσία της αγέλης.”
πηγή φωτο: unicef.org,infokids.gr